Monday 10 April 2017

Μη έκδοση, αλλά...

Πρόσφατα, η ελληνική δικαιοσύνη έκρινε την υπόθεση οκτώ Τούρκων στρατιωτικών που διέφυγαν στην Ελλάδα μετά το αποτυχημένο τουρκικό πραξικόπημα. Δεν έχω διαβάσει το σκεπτικό των σχετικών αποφάσεων, αλλά το αποτέλεσμά τους είναι ορθό. Το διεθνές δίκαιο απαγορεύει στα κράτη να εκθέτουν ανθρώπους σε κίνδυνο παραβίασης του δικαιώματος στη ζωή και της απαγόρευσης βασανιστηρίων, απάνθρωπης και εξευτελιστικής μεταχείρισης. Δυστυχώς, στην παρούσα συγκυρία, τέτοιοι κίνδυνοι ελλοχεύουν στην Τουρκία. Για όσο διάστημα εξακολουθούν να υφίστανται, η Ελλάδα έχει διεθνή νομική υποχρέωση να καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια αποφυγής της επαπειλούμενης παραβίασης των προαναφερθέντων δικαιωμάτων. Η απόρριψη του τουρκικού αιτήματος έκδοσης των στρατιωτικών προκειμένου να δικαστούν από την τουρκική δικαιοσύνη είναι ένα από τα μέσα που εξυπηρετεί τον σκοπό αυτό. Είναι όμως το μόνο; Μήπως υπάρχει άλλος, συμφερότερος, τρόπος;


Οι Τούρκοι «ικέτες» και το άγος της Ελλάδας

Το αποτυχημένο τουρκικό πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου του 2016 οδήγησε οχτώ αξιωματικούς του τουρκικού στρατού στην Ελλάδα, από την οποία αιτούνται άσυλο. Αρκετές εκατονταετίες νωρίτερα, το 632 πΧ, ένα άλλο αποτυχημένο πραξικόπημα, αυτό του Αθηναίου ολυμπιονίκη Κύλωνα, οδήγησε τους υποστηρικτές του ικέτες στο βωμό της Αθηνάς, στην Ακρόπολη. Κατά παράβαση του ιερού, άγραφου νόμου της ασυλίας των ικετών, οι υποστηρικτές του Κύλωνα σφαγιάστηκαν από τις δυνάμεις του Μεγακλή, του επώνυμου άρχοντα της πόλης των Αθηνών και προστάτη της από το πραξικόπημα του Κύλωνα. Αν και το έγκλημα αυτό τιμωρήθηκε αυστηρά από την αθηναϊκή δικαιοσύνη, η τιμωρία δεν απάλλαξε τους καταδικασθέντες από το άγος του εγκλήματός τους, δηλαδή το μίασμα, την κατάρα και τη θεϊκή οργή. Το δε Κυλώνειο άγος θεωρήθηκε ως η αιτία της θείας δίκης, με τη μορφή μεταδοτικής ασθένειας, που ενέσκηψε την εποχή εκείνη στην Αθήνα.


Υπευθυνότητα εναντίον αντιπροσωπευτικότητας

Αναλογιστείτε το δίλημμα ενός φιλοευρωπαίου Εργατικού βουλευτή (εκλεγμένου μάλιστα σε περιφέρεια που ψήφισε υπέρ της παραμονής του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ευρωπαϊκή Ένωση στο δημοψήφισμα του Ιουνίου του 2016) που πρόσφατα κλήθηκε να ψηφίσει υπέρ ή κατά ενός εντολοδοτικού νομοσχεδίου για την έναρξη διαπραγματεύσεων μεταξύ της Συντηρητικής κυβέρνησης της κ. Μέι και των ευρωπαϊκών οργάνων για την απόσχιση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση (το λεγόμενο «Μπρέξιτ»). Ή αντίστοιχα μπείτε στη θέση βουλευτών της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ που έχουν επανειλημμένα ψηφίσει υπέρ νομοσχεδίων στα πλαίσια του τρίτου μνημονίου σε πλήρη αντιδιαστολή με τη δημοκρατική εντολή που έλαβαν τον Ιανουάριο του 2015 για τον τερματισμό της λιτότητας αλλά πιθανόν και με τις ίδιες τους τις πολιτικές πεποιθήσεις.


«Φωνή λαού, οργή θεού»

Προ ολίγων ημερών η βρετανική Βουλή των Κοινοτήτων έδωσε με μεγάλη πλειοψηφία (494 έναντι 122) την εντολή στη Βρετανίδα Πρωθυπουργό Τερέζα Μέι να ξεκινήσει διαπραγματεύσεις για την απόσχιση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) στη βάση του Άρθρου 50 της Συνθήκης της Λισαβόνας. Αποδεχόμενοι το τετελεσμένο του βρετανικού δημοψηφίσματος του Ιουνίου 2016 (51,9% υπέρ της εξόδου από την ΕΕ) και σεβόμενοι τη δημοκρατικά εκπεφρασμένη λαϊκή ετυμηγορία, όλοι οι Συντηρητικοί βουλευτές (πλην του ευρωπαϊστή πρώην υπουργού Κένεθ Κλαρκ) καθώς και μία πλειοψηφία Εργατικών βουλευτών (πειθαρχώντας στην αυστηρή κομματική γραμμή που επέβαλε ο ηγέτης τους Τζέρεμι Κόρμπιν) ψήφισαν υπέρ ενός λιτού κι ανόθευτου νομοσχεδίου που αποδίδει δημοκρατική νομιμοποίηση στην υπόσχεση της κ. Μέι να ξεκινήσει κι επίσημα τις διαπραγματεύσεις με την ΕΕ για το «Μπρέξιτ» μέχρι τα τέλη Μαρτίου. Εν προκειμένω, παρά τις φήμες για εκκολαπτόμενη «εξέγερση» από βουλευτές της συμπολίτευσης, ούτε οι αντάρτες βουλευτές των Εργατικών, ούτε το Εθνικιστικό Κόμμα της Σκωτία κατάφεραν να νοθεύσουν τη διαπραγμευτική εντολή της Πρωθυπουργού με επιπρόσθετους περιορισμούς και τροποποιήσεις (συμπεριλαμβανομένων των εγγυήσεων για τα δικαιωμάτων των Ευρωπαίων πολιτών που διαμένουν στη Βρετανία), που σαν σκοπό είχαν την αποφυγή μιας απότομης προσγείωσης σε ένα «σκληρό Μπρέξιτ» χωρίς μεταβατικές περιόδους προσαρμογής και κανενός είδους πρόσβαση στην Κοινή Αγορά.