Το κείμενο που ακολουθεί είναι η εισαγωγική ομιλία του μέλους του GPPF, Βασίλη Τζεβελέκου στην εκδήλωση που συνδιοργάνωσαν η Κοινότητα Μπροστά και το GPPF στις 24 Σεπτεμβρίου 2014 για τη συνταγματική αναθεώρηση.
Κυρίες και κύριοι,
αγαπητές φίλες, φίλοι και συνάδερφοι,
εκ μέρους του
GPPF, αλλά και προσωπικά θα ήθελα να ευχαριστήσω όλους εσάς που βρίσκεστε εδώ
σήμερα, τους συνδιοργανωτές μας από την κοινότητα Μπροστά, όσες και όσους
συναδέρφους απάντησαν το ερωτηματολόγιο του GPPF για τη συνταγματική
αναθεώρηση και κυρίως, σήμερα, τους προσκεκλημένους ομιλητές μας, στους
οποίους και κατά κύριο λόγο πρέπει να δοθεί χρόνος για να ακούσουμε τις θέσεις
τους. Περιορίζομαι λοιπόν σε 3 σημεία, σύντομα.
Οι συνάδερφοί μου
θα παρουσιάσουν περιεκτικά ορισμένα από τα αποτελέσματα που προκύπτουν, αλλά
και τη φύση και δομή του ερωτηματολογίου, το οποίο αφορά κατά κύριο λόγο στο Σύνταγμα,
αλλά εκτείνεται πέραν αυτού, σε θέματα όπως ο ρόλος των κομμάτων, το εκλογικό
σύστημα κλπ. Η ιδέα για το project γεννήθηκε ένα και μισό περίπου χρόνο πίσω,
όταν φούντωσε η συζήτηση που συσχέτιζε την αναθεώρηση με την κρίση και το τέλος
της μεταπολίτευσης. Ορισμένες, πιο «επαναστατικές» φωνές -θα θυμάστε- μιλούσαν μάλιστα
για συντακτική συνέλευση. Το ερώτημα
λοιπόν που θέσαμε ήταν αν το Σύνταγμα σχετίζεται με την κρίση ή/και την έξοδο
από αυτή. Είναι ένα καταρχήν πολιτικό ερώτημα, το οποίο δεν αφορά μόνο στους
νομικούς. Με αυτή την αφετηρία, συντάξαμε ένα πολύπτυχο ερωτηματολόγιο που
κυκλοφορήσαμε στο δίκτυό μας, επιλέγοντας να αποταθούμε σε ευρεία γκάμα
κοινωνικών επιστημόνων -ιδίως της γενιάς μας-, κινούμενοι κατά κανόνα πέρα από
τους συνταγματολόγους που ασχολούνται με το θέμα και των οποίων οι θέσεις είναι
γνωστές και καταγραμμένες. Τα πλεονεκτήματα που κομίζει η προσέγγισή μας είναι
η πολυσυλλεκτικότητα και η καταγραφή τάσεων που συνδιαμορφώνουν οι «ειδικοί»
μας, από τη δική τους οπτική γωνία,
ακαδημαϊκή, αλλά και, αναπόφευκτα, ιδεολογική. Το κύριο μειονέκτημα της μεθόδου
μας το αναφέρει ο καθηγητής Τσεμπελής στη βιντεοσκοπημένη παρέμβασή του. Έχουμε
την απάντηση, όχι όμως το σκεπτικό πίσω από αυτή. Αυτό, όμως, το κενό ελπίζουμε
ότι θα το καλύψουν συζητήσεις σαν και τη σημερινή, αλλά και ευρύτερα ο δημόσιος
διάλογος, τον οποίο επιθυμούμε να γονιμοποιήσουμε με το ερωτηματολόγιο.
2.
Δεύτερο
σημείο: Θέσεις και υποθέσεις
Πριν συντάξουμε το
ερωτηματολόγιο, συνυπογράψαμε ως GPPF
ένα σύντομο κείμενο με κάποιες κοινές θέσεις, που τροφοδότησαν στη συνέχεια το
ερωτηματολόγιο.
Θέσαμε λοιπόν τα
εξής τρία κύρια σημεία:
2.1.
Πρώτη
θέση: Δίαιτα τώρα: το Σύνταγμά μας είναι υπέρβαρο, βερμπαλιστικό, φλύαρο. Την
ίδια περίοδο ο καθηγητής Τσεμπελής μέσα από συγκριτική μελέτη συσχέτισε την
έκταση του συντάγματος με την οικονομική ευημερία.
2.2.
Δεύτερη
θέση: Το Σύνταγμά μας, είναι εξοντωτικά εκτενές και διότι επιλέγεται ως μέσο
ρύθμισης και προστασίας διαφόρων ομάδων και καστών. Όσοι με γνωρίζετε αναμένετε
να φέρω ως παράδειγμα την ορθόδοξη εκκλησία. Δεν θα το κάνω γιατί, όταν δείτε
τα αποτελέσματα του ερωτηματολογίου, θα αντιληφθείτε ότι αναφορά μου στην
εκκλησία θα ισοδυναμούσε με αυτό που λέμε ως «κλέβεις εκκλησία». Αντίθετα, θα
φέρω ένα άλλο προσφιλές σε εμένα -και λόγω οικογενειακού μου περιβάλλοντος-
παράδειγμα: τί δουλεία έχει να ορίζει το Σύνταγμα το όριο συνταξιοδότησης των
συμβολαιογράφων;
2.3.
Τρίτη
θέση: Παρά ταύτα, το Σύνταγμά μας είναι σε γενικές γραμμές ένα καλό Σύνταγμα.
Κατοχυρώνει τα θεμελιώδη δικαιώματα και θέτει το πλαίσιο για τη λειτουργία
δημοκρατικά διαρθρωμένων θεσμών. Αντί να αποδομήσουμε αυτό το πλαίσιο, θα
μπορούσαμε να κινηθούμε στη λογική διορθωτικών κινήσεων. Τα κακώς κείμενα (πχ ευθύνη
υπουργών), είναι γνωστά, ότι χρειάζεται περισσότερος έλεγχος είναι επίσης
γνωστό και στη βάση αυτού θα μπορούσαμε ίσως να σταθμίσουμε τα αρνητικά και τα
θετικά ενός συνταγματικού δικαστηρίου.
3.
Περνάω
τώρα στο τρίτο και τελευταίο σημείο, που τιτλοφορείται: από το να τα αλλάξουμε
όλα, στην αβελτηρία
Η συζήτηση για τη
συνταγματική αναθεώρηση παραμένει ανοιχτή και τα κόμματα καταθέτουν προτάσεις
–ορισμένα μάλιστα μαξιμαλιστικές, δηλαδή επικοινωνιακές φούσκες. Ωστόσο, η
διαδικασία αναθεώρησης δεν έχει τροχοδρομηθεί.
Είναι κακό αυτό; Και ναι και όχι.
Ναι διότι έχει
δημιουργηθεί ένα momentum, μία δυναμική, η οποία επιτρέπει να τεθεί σε
ρεαλιστική βάση η προοπτική περιορισμένων διορθωτικών κινήσεων.
Όχι διότι, όπως
έχουμε επαναλάβει ως GPPF, το πρόβλημά μας δεν είναι το Σύνταγμα, αλλά το πώς
λειτουργούν οι θεσμοί μας. Και δυστυχώς, ενώ το macro επίπεδο είναι σε γενικές
γραμμές καλό, το micro έχει πλείστες αγκυλώσεις και στρεβλώσεις. Δεν κάνουν τα
γένια τον παπά. Ας επαναλάβω για πολλοστή φορά την κυριότερη θέση μου για το Σύνταγμα.
Αυτό που κάνει μία πολιτεία «συντεταγμένη», δεν είναι το γραπτό της σύνταγμα,
δεν είναι ο νομικός φορμαλισμός, αλλά η ποιότητα και η αποτελεσματικότητα των
θεσμών της, η λογοδοσία και η διαφάνεια, αλλά και η διαδικασία εμπέδωσης του
κράτους δικαίου. Αναφέρω ενδεικτικά
την υπο-δραστηρίοτητα (για να το πω κομψά) της δικαιοσύνης εκεί που έχει λόγο,
αλλά και την υπερ-δραστηρίοτητά της εκεί που την προτεραιότητα έχει το
κοινοβούλιο. Δεύτερο παράδειγμα, η λειτουργία των κομμάτων και η διείσδυση τους
στους θεσμούς και όχι μόνο (στο πανεπιστήμιο, στην τοπική αυτοδιοίκηση κλπ).
Ολοκληρώνοντας, το
θεσμικό πρόβλημα της χώρας προδίδεται και από το γεγονός ότι ο συνταγματικός
νομοθέτης κλειδώνει και διπλοκλειδώνει (σκεφτείτε πόσο σκληρό, όπως λέγεται,
είναι το Σύνταγμα ως προς τις προϋποθέσεις αναθεώρησης –άλλο πρόβλημα του Συντάγματός
μας) στο Σύνταγμα θέματα που δεν έχουν θέση σε αυτό –και βάζει μάλιστα και σε
υποσημείωση ερμηνευτικές δηλώσεις... προς αποφυγή παρεξηγήσεων. Όλο αυτό νομίζω
προδίδει έλλειψης εμπιστοσύνης προς τους άλλους θεσμούς.
Συμπέρασμα: Χρήσιμη
η συνταγματική αναθεώρηση, αλλά δεν θεραπεύει το θεσμικό μας πρόβλημα.
No comments:
Post a Comment