Το διήμερο 02 και 03 Δεκεμβρίου 2014
διεξάγεται πανελλαδικό
δημοψήφισμα των δικηγόρων σχετικά με τον υπό ψήφιση νέο Κώδικα Πολιτικής
Δικονομίας (ΚΠολΔ), τους κανόνες δηλαδή διεξαγωγής της πολιτικής δίκης, καθώς
και με το ενδεχόμενο παράτασης της συνεχιζόμενης αποχής των δικηγόρων. Ολόκληρο
το προτεινόμενο Σχέδιο του ΚΠολΔ (ΣχΚΠολΔ) είναι προσβάσιμο εδώ.
Η
σημερινή κατάσταση
Είναι αλήθεια ότι μέχρι σήμερα πολλές
νομοθετικές παρεμβάσεις έχουν λάβει χώρα κατά καιρούς με σκοπό να επιταχύνουν
την αργοκίνητη διαδικασία της πολιτικής δίκης, καμία όμως δεν πέτυχε τον σκοπό
της. Αντιθέτως, το πρόβλημα με τα χρόνια μεγιστοποιείται, καθώς ολοένα και
περισσότερες αγωγές συσσωρεύονται στα αστικά δικαστήρια, ενώ η συζήτησή τους προσδιορίζεται
για αρκετά χρόνια μετά. Παράλληλα, τα πινάκια των δικαστηρίων είναι
βαρυφορτωμένα, οι υποθέσεις συχνά αναβάλλονται ή ματαιώνονται, με αποτέλεσμα η
έκδοση απόφασης σε πρώτο βαθμό να έρχεται μετά από πολλά χρόνια. Τυπικό
παράδειγμα αγωγής στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών: κατάθεση αγωγής τον
Φεβρουάριο του 2006, προσδιορισμός για τον Απρίλιο του 2009, αναβολή για τον Ιανουάριο
του 2013, έκδοση απόφασης τον Σεπτέμβριο του 2013, καθυστέρηση καθαρογραφής της
απόφασης, άσκηση και προσδιορισμός έφεσης για Μάιο του 2015 στο Εφετείο Αθηνών,
και «έχει ο θεός», ωσότου συζητηθεί η έφεση και εκδοθεί η επιθυμητή απόφαση που
θα επιτρέψει την αναγκαστική εκτέλεση.
Αντίστοιχα, έχει απαξιωθεί και η
διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης, όταν (ακόμα αργότερα) έρχεται η ώρα να
μετουσιωθεί η δικαστική απόφαση σε αποτέλεσμα (με την είσπραξη της απαίτησης
του δανειστή μέσω πλειστηριασμού), στάδιο κατά το οποίο ο οφειλέτης ασκεί
ανακοπές κατά των διαφόρων πράξεων εκτέλεσης, ο δανειστής που επισπεύδει αρχικά
την εκτέλεση αδρανεί λόγω καταβολών ή συμπαιγνίας με τον οφειλέτη του, καθυστερώντας
τους λοιπούς δανειστές, ο πλειστηριασμός -εξαιτίας της οικονομικής κρίσης- δεν
προσελκύει ενδιαφερόμενους υπερθεματιστές, μεταβάλλονται απανωτά οι τιμές
πρώτης προσφοράς του υπό πλειστηριασμό πράγματος, και, όταν με το καλό, αυτός διενεργηθεί,
και πάλι μεσολαβεί στάδιο ανακοπών μεταξύ των δανειστών, για την σειρά της
κατάταξής τους, ώσπου τελικώς έρχεται το Ελληνικό Δημόσιο και λαμβάνει το
μέγιστο μέρος του εκπλειστηριάσματος (δεδομένων των προνομίων στην κατάταξή του),
αφήνοντας τους δανειστές -ακόμα και τους ενυπόθηκους- να αναρωτιούνται για
ποιον λόγο έμπλεξαν εξαρχής με την ελληνική δικαιοσύνη χάνοντας χρόνο, χρήμα
και προσδοκίες απονομής «δικαιοσύνης».
Τα
ερωτήματα σχετικά με το ΣχΚΠολΔ
Αναφορικά, λοιπόν, με το ΣχΚΠολΔ τίθενται
τα εξής δύο ερωτήματα.
1. Ποιες
είναι οι μείζονες αλλαγές που εισάγονται και κατά πόσον έχουν την δυναμική να οδηγήσουν
πράγματι στην πολυπόθητη επιτάχυνση της πολιτικής δίκης;
2. Οι
αντιδράσεις από μείζον τμήμα του νομικού κόσμου της χώρας έχουν κάποια βάση ή
αποτελούν προϊόν εθιμοτυπικής (ή συντεχνιακής) αντίδρασης απέναντι στο νέο;
Συνοπτικά,
οι τομές του ΣχΚΠολΔ
Σε αντίθεση με τις μέχρι σήμερα
νομοθετικές παρεμβάσεις, που είτε ήταν αποσπασματικές, είτε συνίσταντο σε
παντελώς ανέφικτα ευχολόγια, το ΣχΚΠολΔ επιχειρεί να αλλάξει εκ βάθρων την
διαδικασία της πολιτικής δίκης.
Οι
βασικές τομές του ΣχΚΠολΔ είναι δύο, που εντελώς συνοπτικά, έχουν ως εξής:
1. Η
τακτική διαδικασία θα διεξάγεται καταρχήν βάσει του αποδεικτικού υλικού (ήτοι,
βάσει εγγράφων και τυχόν λαμβανομένων ενόρκων καταθέσεων) και των υποβαλλομένων
προτάσεων των διαδίκων (και, κατ' εξαίρεση, βάσει εξέτασης μαρτύρων, όταν τα
κρίσιμα πραγματικά περιστατικά δεν αποδεικνύονται επαρκώς βάσει των εγγράφων). Οι
διάδικοι θα προσκομίζουν τις προτάσεις και το αποδεικτικό υλικό άμεσα μετά την
κατάθεση της αγωγής. Επίσης, το δικαστήριο θα λαμβάνει υπόψιν και αποδεικτικά
μέσα που δεν πληρούν τους όρους του νόμου, χωρίς τις μέχρι σήμερα αγκυλώσεις
που επέβαλε το δίκαιο της απόδειξης.
2. Τη
διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης θα μπορούν πλέον να επισπεύδουν όλοι οι
κατασχόντες δανειστές, ενώ το δικαίωμα του οφειλέτη να ασκήσει ανακοπή
οριοθετείται σε δύο μόνο σημεία (μετά την κατάσχεση και μετά τον πλειστηριασμό).
Παράλληλα, περιορίζονται κάποιες διατυπώσεις (διενέργεια επιδόσεων κλπ) που
προκαλούσαν τη διόγκωση του κόστους αναγκαστικής εκτέλεσης και αντικαθίστανται
με την καταχώρηση δημοσίευσης σε σχετική ιστοσελίδα. Τέλος, μεταβάλλεται ο
τρόπος κατάταξης των δανειστών με τον περιορισμό του προνομίου κατάταξης του δημοσίου
(και εν δυνάμει των προνομίων εργαζομένων και των φορέων ασφάλισης) και την
ταυτόχρονη αναβάθμιση του ενυπόθηκου δανειστή (το προνόμιο του οποίου, βάσει
των πρόσφατων νομοθετικών ρυθμίσεων, είχε πρακτικά εκμηδενισθεί, κατά βάση λόγω
του υπερπρονομίου των φορέων ασφάλισης και του Ελληνικού Δημοσίου για
απαιτήσεις του από ΦΠΑ). Τέλος, προβλέπεται ελαστικότερη διαδικασία ορισμού
τιμής πρώτης προσφοράς και σύνδεσή της με την εμπορική αξία του
εκπλειστηριαζομένου ακινήτου (αντί της αντικειμενικής).
Μια
πρώτη αποτίμηση των ανωτέρω αλλαγών
Νομίζω
ότι, με τις δύο βασικές τομές που περιγράφονται ανωτέρω, το ΣχΚΠολΔ θέτει τις
βάσεις για την επίτευξη της επιτάχυνσης της πολιτικής δίκης, διότι οριοθετεί
μια διαδικασία πολιτικής δίκης που μπορεί να οδηγήσει σε έκδοση πρωτόδικης
απόφασης σε σύντομο χρόνο. Κι αυτό, διότι, αντίθετα με τις μέχρι σήμερα
νομοθετικές παρεμβάσεις, το ΣχΚΠολΔ (ασχέτως αν συμφωνεί ή διαφωνεί κανείς)
λαμβάνει υπόψιν του όχι μόνον το πλήθος των εκκρεμών αγωγών αλλά και το
περιορισμένο των υπαρχόντων πόρων (δικαστικών μεγάρων, αριθμού δικαστών κλπ).
Η
καταρχήν έγγραφη διαδικασία θα επιτρέψει την συντόμευση του χρόνου που
μεσολαβεί από την κατάθεση μέχρι την συζήτηση της αγωγής, που, όπως είδαμε,
συνιστά τον μείζονα χρόνο καθυστέρησης της πολιτικής δίκης. Δεν θεωρώ ότι αυτή
η διαδικασία θα αποβεί σε βάρος της ποιότητας των δικαστικών αποφάσεων,
δεδομένου ότι η επ’ ακροατηρίω διαδικασία στις πλείστες αστικές υποθέσεις δεν
είναι απαραίτητη λόγω της ύπαρξης εγγράφου αποδεικτικού υλικού, ενώ η
αξιοπιστία των μαρτύρων στην απόδειξη έχει στην πράξη ευτελιστεί (με ευθύνη και
ημών των δικηγόρων). Εξάλλου, η πρόβλεψη ότι το δικαστήριο θα εκτιμά πλέον
ελευθέρως κάθε αποδεικτικό μέσο (ακόμα και αν δεν πληροί τους όρους του νόμου,
λχ email, fax, φωτοτυπίες κλπ) αναβαθμίζει την αποδεικτική δυνατότητα των
διαδίκων αλλά και τη δυνατότητα αξιολόγησής του υλικού από το δικαστήριο. Εν
προκειμένω, σημαντικός θα είναι ο ρόλος του δικαστηρίου, το οποίο, οσάκις τα
λοιπά αποδεικτικά μέσα δεν επαρκούν, θα πρέπει οπωσδήποτε να κάνει χρήση της
δυνατότητας να εξετάζονται μάρτυρες στο ακροατήριο. Εξίσου σημαντικός (όσο και
παιδευτικός) θα είναι ο ρόλος των δικηγόρων στο να συμβουλεύουν τους πελάτες τους
να λειτουργούν προληπτικά, καθώς η νέα δικονομία θα ευνοήσει τελικώς τον
καλόπιστο και επιμελή συναλλασσόμενο (που τηρεί αποδεικτικό υλικό). Η μοναδική
επιφύλαξη στο σημείο αυτό έχει να κάνει με την επιβάρυνση των δικαστών με την
ευθύνη της έκδοσης περισσοτέρων αποφάσεων σε σχέση με σήμερα, δεδομένου ότι θα
συζητούνται πολλαπλάσιες αγωγές (εν προκειμένω, θα βοηθούσε η περαιτέρω
προώθηση της μηχανογράφησης των δικαστηρίων, της ηλεκτρονικής κατάθεσης
δικογράφων/προτάσεων).
Αναφορικά
με την αναγκαστική εκτέλεση, η σχεδιαζόμενη ρύθμιση άγει σε επιτάχυνση αυτής
και δημιουργεί προσδοκίες για μεγαλύτερη καρποφορία των πλειστηριασμών, καθώς
τα μέχρι σήμερα δεδομένα (νομοθετικά και πραγματικά) διαμόρφωναν μια ισορροπία
μάλλον σε βάρος του δανειστή (έναντι του οφειλέτη), καθώς η καθυστέρηση στην
απονομή δικαιοσύνης και το πλήθος των ανακοπών/αναστολών λειτουργούσε υπέρ του κακόπιστου
οφειλέτη. Ο οφειλέτης, εξάλλου, σε κάθε περίπτωση μπορεί να καταφύγει στις
διαδικασίες του Πτωχευτικού Κώδικα (ΠτωχΚ) ή του Νόμου 3869/2010 (περί
υπερχρεωμένων νοικοκυριών), προκειμένου να ρυθμίσει τις οφειλές του και να
επιτύχει αναστολή διωκτικών μέτρων. Σχετικά δε με τη μεταρρύθμιση των προνομίων
κατάταξης δανειστών, και αυτή κινείται προς την ορθή κατεύθυνση, του
περιορισμού δηλαδή της κατάταξης του Ελληνικού Δημοσίου και την επαναφορά του
προνομίου των ενυπόθηκων δανειστών. Ωστόσο, θεωρούμε ότι η επαναφορά αυτή δεν
θα έπρεπε να πλήττει καθόλου το προνόμιο των εργαζομένων, οι οποίοι εκ των
πραγμάτων βρίσκονται σε εξαιρετικά αδύναμη θέση τόσο έναντι των λοιπών
δανειστών όσο και έναντι του εργοδότη/νυν οφειλέτη τους.
Η
αντίδραση των Δικηγορικών Συλλόγων
Οι Δικηγορικοί Σύλλογοι της χώρας
υπέβαλαν επιμέρους προτάσεις για αλλαγές στο ΣχΚΠολΔ και κράτησαν από την αρχή
αρνητική στάση απέναντι στο ΣχΚΠολΔ.
Η
αντίθεσή τους, ωστόσο, στρέφεται ως επί το πλείστον έναντι των αλλαγών στην
αναγκαστική εκτέλεση, καθώς -ταυτίζοντας την έννοια του ενυπόθηκου δανειστή με
τις τράπεζες- θεωρούν ότι θα οδηγήσει σε αποψίλωση της άμυνας του οφειλέτη και
σε ικανοποίηση των δανειστών (και μάλιστα των τραπεζών) έναντι εργαζομένων,
ασφαλιστικών φορέων και δημοσίου (https://portal.olomeleia.gr/el/news/57532)
σε ένα περιβάλλον οικονομικής κρίσης, εντός του οποίου, αφενός, ο οφειλέτης θα
λειτουργεί υπό ακραία πίεση επιβίωσης, αφετέρου, η αξία της ακίνητης περιουσίας
του θα μειώνεται.
Να
επισημάνουμε, επίσης, και τη διαφωνία των δικηγόρων σχετικά με την ως άνω
μεταρρύθμιση της πολιτικής δίκης επί το καταρχήν έγγραφον, καθώς θεωρούν ότι θα
οδηγήσει σε χειροτέρευση της ποιότητας απονομής δικαιοσύνης εξαιτίας της μη
ακρόασης των μαρτύρων και σε απαξίωση του δικηγόρου με την αποστέρησή του από
το ρόλο του ως επ’ ακροατηρίω συνηγόρου. Υπάρχει, επιπλέον, και ο -ανομολόγητος-
φόβος ότι οι ανωτέρω αλλαγές θα επιφέρουν μείωση δικηγορικής ύλης και των
αμοιβών εξαιτίας της αδυναμίας εκτίμησης της συνεισφοράς των δικηγόρων σε μια
«βουβή» εξ εγγράφων πολιτική δίκη.
Παρατηρείται
πάντως ότι, ενώ πανθομολογείται τόσο η ανάγκη επιτάχυνσης της πολιτικής δίκης,
όσο και η αποτυχία του σήμερα ισχύοντος κανονιστικού πλαισίου να δώσει λύση
στην ανάγκη της οικονομίας και των συναλλασσομένων για ταχεία και ποιοτική
απονομή δικαιοσύνης, η κριτική στο ΣχΚΠολΔ δεν φτάνει μέχρι του σημείου να
προτείνει κάποια εφικτή εναλλακτική λύση (λαμβανομένων υπόψιν των περιορισμένων
υφισταμένων πόρων).
Δημήτριος
Χ. Γραμμένος, δικηγόρος Αθηνών
No comments:
Post a Comment