Η αποδοκιμασία της καταδίκης από την ελληνική δικαιοσύνη για τη σελίδα στο Facebook του «γέροντα παστίτσιου» είναι δεδομένη. Χωρίς αμφιταλάντευση, στο δικό μου τουλάχιστον αξιακό σύστημα, σε τέτοιου είδους περιπτώσεις, η ελευθερία έκφρασης προέχει της θρησκευτικής ευαισθησίας. Όχι, όμως, επειδή διαφορετικά είμαι λιγότερο «Ευρωπαίος», αλλά -πολύ απλά- διότι αυτό «πονάω» περισσότερο.
Τι, όμως, εννοώ με το «πονάω»; Όσοι από εμάς έχουμε μεγαλώσει με αδέρφια, σίγουρα κάποια στιγμή έχουμε επιζητήσει την επιβεβαίωση της μητρικής αγάπης με το ερώτημα «εμένα ή τ’ αδέρφια μου αγαπάς πιο πολύ», για να λάβουμε την κλασική απάντηση «μα όλα τα δάχτυλα παιδί μου, άμα τα κόψεις, το ίδιο πονούν». Προφανώς και δεν πονούν/«πονάμε» όλα τα ίδιο –και θα επανέλθω σε αυτό. Το θέμα, όμως, δεν είναι μόνο αυτό, αλλά ότι στην εγχώρια συζήτηση, η «μητέρα» της παρομοίωσής μου απαντά ότι «πονά» την ελευθερία έκφρασης διότι... «εμείς δεν είμαστε Ταλιμπάν», «έτσι, μας γυρίζουν στο μεσαίωνα» ή «αυτό γίνεται στην Ευρώπη».
Η επιχειρηματολογία αυτή, πιστεύω, συνιστά λάθος βάση συζήτησης. Πρώτον, διότι αντανακλά ανασφάλεια, συμπλεγματική σχέση με την Ευρώπη, αλλά και μία λογική «wannabe Ευρωπαίος», που δικαιολογεί άκριτους μιμητισμούς. Δεύτερον, διότι ούτε εις τας Ευρώπας οι απαντήσεις αυτές είναι τόσο εύκολες και σε καμία περίπτωση δεδομένες. Αρκεί εδώ να παραπέμψω στον πάντα εύστοχο Αθ. Αναγνωστόπουλο και στα παραδείγματα που δίνει «αντάμ παπαντάμ» -και χωρίς τις δικές μας ταυτοτικές ανησυχίες - ευρωπαϊκών χωρών, με παραπλήσιες των ελληνικών προστατευτικές της θρησκείας ποινικές διατάξεις. Ένα δεύτερο, πρόχειρο, παράδειγμα έρχεται από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, το οποίο, ως αρμόδιο να ελέγχει τα κράτη για θέματα, μεταξύ άλλων, ελευθερίας έκφρασης και θρησκευτικής ελευθερίας, στην υπόθεση Ι.Α. δικαίωσε την Τουρκία, κρίνοντας ότι η επιβολή ποινής από τη δικαιοσύνη της κατά εκδότη λογοτεχνικού βιβλίου που εξέθετε θεολογικές και φιλοσοφικές θέσεις με προσβλητικές (για τους πιστούς) θέσεις για το ισλάμ και τον προφήτη, ήταν δικαιολογημένη για λόγους προστασίας της θρησκευτικής συνείδησης.
Υποθέσεις σαν και αυτή του «γέροντα παστίτσιου» εγείρουν δίλημμα ανάμεσα σε δύο πολύ σημαντικές αξίες, την ελευθερία έκφρασης, από τη μία, και τη θρησκευτική ελευθερία και των εκφανσεών της, από την άλλη. Η σημασία των αξιών αυτών για τις κοινωνίες μας είναι δεδομένη˙ φαίνεται δε από το γεγονός ότι τις συμπεριλάβαμε στα συντάγματά μας, ώστε να υπερτερούν έναντι κοινών νόμων, αλλά και σε διεθνείς συμβάσεις. Στο γενικό και στο αόριστο όλα είναι εύκολα. Επιτρέπονται τόσο οι «μεγάλες παρόλες», όσο και οι «μεγάλοι σταυροί». Το πρόβλημα δημιουργείται όταν μία δεδομένη κατάσταση φέρει τις ελευθερίες αυτές σε θέση σύγκρουσης, καλώντας μας να επιλέξουμε μία από τις δύο. Ο Hegel ορίζει την τραγωδία, όχι ως τη σύγκρουση μεταξύ καλού και κακού, αλλά μεταξύ δύο καλών που αμφότερα διεκδικούν αποκλειστικότητα. Τί γίνεται όταν από τις συνθήκες είμαστε αναγκασμένοι να δώσουμε προτεραιότητα σε ένα μόνο από τα δύο δικαιώματα; Όπως έχω υποστηρίξει ξανά στο Greeklish, τα νομικά εργαλεία στάθμισης (όπως η αρχή της αναλογικότητας) ενέχουν μεγάλο βαθμό ιδεολογίας και ουσιαστικά παραπέμπουν έξω από το νομικό πεδίο (του θετικισμού) σε αμιγώς αξιολογικά κριτήρια που, ουσιαστικά, διαβαθμίζουν τις συγκρουόμενες αρχές, δίνοντας προτεραιότητα σε μία μόνο από αυτές. Αυτή και έχει μεγαλύτερη βαρύτητα. Στο δικό μου, λοιπόν, αξιακό σύστημα, για πολλούς λόγους, προέχει η ελευθερία της έκφρασης –ιδίως όταν πρόκειται για μία σατιρική, και άρα εξόχως πολιτική, περίπτωση, όπως αυτή του «γέροντα παστίτσιου». Κοντολογίς, προσωπικά ξέρω ποιο «δάχτυλο» θα έκοβα. Μπορεί όλα να πονούν, αλλά η απώλεια κάποιου είναι πλέον επώδυνη και δυσβάσταχτη. Για μένα, το «δάχτυλο» αυτό είναι η ελευθερία έκφρασης.
Δεν πονούν άρα όλα τα δάχτυλα το ίδιο˙ ούτε, όμως, και όλα τα χέρια είναι ίδια. Στην προαναφερθείσα υπόθεση κατά της Τουρκίας, ένας από τους λόγους για τους οποίους το δικαστήριο έκρινε δικαιολογημένη την ποινική καταστολή του εκδότη ήταν η «πιεστική κοινωνική ανάγκη» που προέκυπτε από το γεγονός ότι, παρά το λαϊκό χαρακτήρα του τουρκικού κράτους, οι πιστοί θα εθίγοντο. Αυτό που φαίνεται να υπονοείται εδώ είναι ότι, στη συγκεκριμένη κοινωνία, η αποτροπή αντιδράσεων λόγω προσβολής της θρησκευτικής πίστης είναι παράγοντας που δικαιολογεί μία «εύλογη» υποχώρηση της ελευθερίας έκφρασης.
Σε κοινωνίες, ωστόσο, όπου απουσιάζει τέτοια πιεστική ανάγκη, δημιουργείται αυτομάτως περισσότερος χώρος για την ελευθερία της έκφρασης. Μία τέτοια κοινωνία θα ήθελα να είναι και η ελληνική. Ξέρω ότι δεν είναι και αυτό είναι που με λυπεί. Όχι αναγκαστικά γιατί απάδει των ευρωπαϊκών standards. Αυτά είναι αρκούντως ελαστικά. Με λυπεί διότι…
Κανονικά, εδώ είναι που μπαίνει κανείς στην ουσία της συζήτησης˙ χωρίς όμως μεσαίωνες, διαιρετικές γραμμές και «ντεμέκ» ευρωπαϊλίκι.
Βασίλης Τζεβελέκος, Πανεπιστήμιο Hull
Δημοσιεύθηκε στο Greeklish
No comments:
Post a Comment