Εισαγωγή
Αλλά όπως μια πολύ μικρή δόση αυτοσεβασμού παρεμποδίζει το άτομο να υψώσει το ηθικό του ανάστημα, έτσι και μια κουτσουρεμένη εθνική περηφάνια καθιστά αδύνατη την ενεργητική και αποτελεσματική συζήτηση για την εθνική πολιτική.[1]
Το παραπάνω απόσπασμα αναφέρεται στην επιθυμία για μια αποτελεσματική εθνική πολιτική. Η συζήτηση που προτείνω εδώ δεν σκοπεύει καθόλου σε μια αναζήτηση εθνικής πολιτικής για την Ελλάδα ή την ανύψωση του ηθικού αναστήματος του ‘Έλληνα. Το αντίθετο μάλιστα, τέτοιες λογικές είναι κατά τη γνώμη μου υπεύθυνες για την ανικανότητα της Ελληνικής πολιτικής μηχανής να λειτουργήσει σε επίπεδο που να βάζει πρώτο τον άνθρωπο κι όχι μόνο τον ‘Έλληνα, πρώτο τον πολίτη κι όχι την κρατική μηχανή, και πρώτη την πολιτική ανάλυση και την υλοποίηση της αλλαγής του κοινωνικού συστήματος, κι όχι την επιφανειακή τσαπατσούλικη κομματική ιδεολογία, που μόνο σκοπεύει στην επιβίωση του κόμματος στην εξουσία και την ικανοποίηση συγγενικών και πελατειακών σχέσεων.
Αναγκαστικά και μη, οι εξεγέρσεις του Δεκέμβρη 2008, προκάλεσαν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης στην Ελλάδα και στο εξωτερικό να επανεξετάσουν τη θέση της Ελλάδας στην παγκόσμια πολιτική σκηνή. Στην εγχώρια πολιτική σκηνή οι περισσότερες ιδεολογικές συγκρούσεις αφορούν τα αίτια, αλλά κυρίως τη σημασία των εξεγέρσεων για το πολιτικό, κοινωνικό κι οικονομικό μέλλον της χώρας, ιδιαίτερα κάτω από το βάρος του οικονομικού χρέους από το 2008 μέχρι τώρα (2011). Ως επί τω πλείστον, η συζήτηση για το Δεκέμβρη στην Ελλάδα χαρακτηρίζεται από κομματικές κυρίως διαμάχες, αλλά παρολαυτά για πρώτη φορά βλέπουμε ιδεολογικές συνεισφορές από ομάδες που παλιότερα δεν συμμετείχαν τόσο ηχηρά, όπως μετανάστες, γυναικείους και οργανισμούς φύλου και διαφορετικότητας, κι άλλες ομάδες αντίστασης που κατά παράδοση ήταν αποκλεισμένες από τα αποδεκτά κοινά πολιτικά δρώμενα.
Δικτυακές μορφές οργάνωσης οι οποίες υποστηρίζονται από τα νέα μέσα έχουν επιταχύνει τη συμμετοχή ομάδων που άλλοτε αδυνατούσαν να παρακάμψουν τις πύλες των παραδοσιακών Μ.Μ.Ε, με αποτέλεσμα οι ομάδες και κινήματα στην Ελλάδα να κρύβουν δημογραφικές και ιδεολογικές εκπλήξεις. Παρόμοιες εξελίξεις στη θεωρία κοινωνικών κινημάτων έχουν αναλυθεί ήδη σε σχέση με το κίνημα της αντιπαγκοσμιοποίησης ή αλλιώς κίνημα παγκόσμιας δικαιοσύνης, το κίνημα ενάντια στο πόλεμο με το Ιράκ, το αντι-καπιταλιστικό κίνημα, κι διάφορες άλλες ριζωματικές κινητοποιήσεις ενάντια στην ιεραρχική οργάνωση του κόσμου και την λογική του κεφαλαίου και του κράτους ως αναπόφευκτους τρόπους κοινωνικοπολιτικής οργάνωσης της παραγωγής στο παγκόσμιο σύστημα.[2]
Θεωρώ σημαντικό να καταλάβουμε τη σημασία της διείσδυσης ιδεολογιών που έχουν αναπτυχθεί από το 1999 με το Σιάτλ στο κίνημα του Δεκέμβρη 2008, πώς αναστάτωσαν την παραδοσιακή αριστερά στην Ελλάδα και πώς γελοιοποίησαν στα χέρια της νεότερης γενιάς κάθε διάθεση για εκμετάλλευση του δικτυακού και διαδικτυακού κινήματος από κόμματα κι οργανισμούς με παραδοσιακές τακτικές. Η επιρροή της διείσδυσης ριζωματικής οργάνωσης, επιταχυνόμενη λόγω του διαδικτύου, όχι μόνο άλλαξε τις μεθόδους κινητοποίησης, το μήνυμα και το ιδεολογικό ρεπερτόριο σε αριστερούς κύκλους, αλλά είχε και συνέπειες σε συντηρητικούς και ακροδεξιές ομάδες. Όπως γράφει ο Άκης Γαβριηλίδης σε μια ξεκαρδιστική κι εξαίρετη κριτική των «ανθρώπων των γραμμάτων και της επιστήμης» που κατέκλυσαν τα εγχώρια και τα ΜΜΕ του εξωτερικού με την άποψη ότι ο Δεκέμβρης δεν άφησε τίποτα,
Ενδεικτικά μόνο, στον ένα μόλις χρόνο που μεσολάβησε, είχαμε μια σειρά φαινόμενα –νομίζω ότι οι πηγές είναι επαρκείς και δεν ανάγονται σε «μελοδραματισμούς των ΜΜΕ»- τα οποία δείχνουν ότι πλέον η (ακρο)δεξιά, μετά τον πλήρη αρχικό αιφνιδιασμό της, προσπαθεί να ανασυγκροτηθεί και να ανακτήσει το έδαφος που έχασε το Δεκέμβρη. Και, για να το κάνει αυτό, αρχίζει να μιμείται τη γραμματική και το συντακτικό της εξέγερσης· δηλαδή να συγκροτείται με όρους κινήματος πλέον και όχι παρακράτους. Είχαμε συγκεκριμένα, μεταξύ άλλων: την «αυτοοργάνωση» ρατσιστών στην πλατεία του Αγίου Παντελεήμονα, η οποία τείνει να αποτελέσει μία «πλατεία Εξαρχείων απ’ την ανάποδη»· τη συγκρότηση «επιτροπών κατοίκων» και τη διενέργεια πογκρόμ εναντίον μεταναστών «απ’ τα κάτω», (ή σε συνδυασμό του «πάνω» με το «κάτω»), την εμφάνιση «αυτόνομων εθνικιστών» οι οποίοι επιχειρούν να πάρουν μέρος σε διαδηλώσεις υπέρ της βιοποικιλότητας, κατά της παγκοσμιοποίησης, αλλά και σε άλλες δράσεις λιγότερο ειρηνικού τύπου (π.χ. αντιδιαδηλώσεις –με κουκούλες στα κεφάλια και παλούκια στα χέρια- σε αντιρατσιστικές συγκεντρώσεις), ακόμα και μία … εθνικιστική κατάληψη στο κέντρο της Αθήνας.[3]
Το κεντρικό επιχείρημα μου δεν είναι μόνο ότι ο Δεκέμβρης άλλαξε τον τρόπο οργάνωσης, το ρεπερτόριο, τις συμμαχίες, το μήνυμα , την επιστράτευση και την κινητοποίηση των ομάδων/ριζώματα διαμαρτυρίας στην Ελλάδα. Είναι επιπλέον ότι αυτή η αλλαγή, η οποία συμβαδίζει με εξελίξεις σε πιο προηγμένες τηλεπικοινωνιακά χώρες, ακολούθησε το ξαφνικό άνοιγμα στην πολιτική οικονομία των νέων μέσων στην Ελλάδα με την πρόσβαση στο διαδίκτυο μέσω ακριβών πακέτων κινητής τηλεφωνίας και το τίναγμα στα ποσοστά του πληθυσμού με πρόσβαση στον κυβερνοχώρο.
Η εικόνα της Ελλάδας στο εξωτερικό μετά τους Ολυμπιακούς αγώνες του 2004, άρχισε να γράφεται στο διαδίκτυο, και το μεγάλο ξέσπασμα του 2008 υλοποίησε τις όποιες κυβερνοσυγκρούσεις παίζονταν στο φαντασιακό ενός ολόκληρου λαού, έναν απότομα πολιτικά και τεχνολογικά συνδεδεμένο πληθυσμό, που ζούσε με τις αντιφάσεις της δόξας μιας Ευρωπαϊκής προηγμένης χώρας του 2004 και μιας κα8ημερινότητας που επιβεβαίωνε με κάθε τρόπο την ανάγκη για άμεση απομυθοποίηση και διαμαρτυρία για τον τρόπο ζωής που επέβαλλε το κυνήγι του κεφαλαίου και του καταναλωτισμού.
Χτυπώντας πάνω στον τοίχο της δυνητικής πραγματικότητας
Είναι πραγματικά οδυνηρό για έναν πληθυσμό γαλουχημένο σε κλειστές ταυτότητες να έρθει ξαφνικά αντιμέτωπος με μια δυνητική πραγματικότητα στον κυβερνοχώρο, όπου οι ιδέες εθνικής υπεροχής, της θρησκείας και της φυλετικής ομοιογένειας αμφισβητούνται ακατάπαυστα, είτε για να βυθίσουν τον χρήστη στο κυνήγι του καταναλωτισμού, είτε για να προτείνουν μορφές κι ιδεολογίες ριζωματικής αντίστασης στο καπιταλιστικό σύστημα. Ακούγεται πατερναλιστικό, αλλά το χάος στο οποίο ρίχτηκε ο Έλληνας με το άνοιγμα του κυβερνοχώρου, κατά τη γνώμη μου, είναι ένας καταλυτικός παράγοντας για τις κινητοποιήσεις του 2008, και οργανωτικά συνέβαλλε κατά πολύ στις μετέπειτα κινητοποιήσεις ενάντια στον πολιτικό χειρισμό του χρέους από την ελληνική κυβέρνηση.
Αξίζει να παραθέσω εδώ την εξήγηση που μου έδωσε ο Γεράσιμος Μοσχονάς σχετικά με τον Δεκέμβρη, γιατί σ’ αυτή βρίσκονται πολλά από τα στοιχεία που υποστηρίζουν την παραπάνω θέση. Δηλαδή το ότι η έκθεση στις ιδεολογίες του διαδικτύου επηρέασαν με χειροπιαστό τρόπο τις κύριες ομάδες αντίστασης του Δεκέμβρη. Οι ιδεολογικές τάσεις σε παγκόσμιο επίπεδο που αντιστέκονται στον τωρινό σύστημα και βασίζονται σε δικτυακές μορφές οργάνωσης, χρησιμοποιούν από την μια διάθεση και την ενεργητική επιθυμία για ριζοσπαστική αλλαγή ή και δημιουργία ηθικότερου καπιταλισμοί και διαφανής διακυβέρνησης, κι από την άλλη στηρίζονται σε διάθεση αντιδραστικής προφύλαξης του εθνικού πολιτισμού και την ακεραιότητα του έθνους κράτους από την παγκοσμιοποίηση και το πλιάτσικο των πολυεθνικών εν μέσω Αμερικανικής ηγεμονίας. Κοιτάξτε τώρα πώς καθρεφτίζονται αυτές οι δύο παγκόσμιες ιδεολογίες αντίστασης στην μικροφυσική αντίστασης της ελληνικής υπόθεσης στο κείμενο του Γεράσιμου Μοσχονά,
Θεωρώ ότι είναι έκδοση μιας ευρύτερης τάσης που θα δούμε σε διαφορετικές εκδοχές σε αρκετές πόλεις της Δύσης. Η τάση αυτή συνδέεται με την απαξίωση της θεσμικής πολιτικής και των κομμάτων. Ο θεσμός κόμμα περνάει ιστορική κρίση, η οποία είναι κρίση επαναπροσδιορισμού του ρόλου και της λειτουργίας του. Ειδικά για την Ελλάδα ήταν μια εξέγερση catch-all, στην οποία συμμετείχαν και ομάδες με αντι-νεοφιλελεύθερα, κριτικά προς το σύγχρονο μοντέλο του καπιταλισμού, χαρακτηριστικά κι ομάδες mainstream, αλλά κριτικές προς τις δυσλειτουργίες, τη διαφθορά και την απαξίωση του ελληνικού πολιτικού συστήματος κι όλων των δημοσίων θεσμών κύρους. Μετά τις φωτιές του 2007, η Ελλάδα ήταν στην ευρωπαϊκή πρωτοπορία αμφισβήτησης του συστήματος. Στην Ελλάδα οι ομάδες αυτές συνέκλιναν ως προς τη διάθεση έκφρασης αμφισβήτησης κι ενός πνεύματος ανατροπής, το οποίο τα πιο εκσυγχρονιστικά τμήματα το αντιλαμβάνονται διαφορετικά από τα πιο νεοφιλελεύθερα, ελευθεριακά κι αναρχικά. Η βία υπήρξε στοιχείο της ισχύος του κινήματος (κι ο τελικός λόγος της εξάντλησής του – όπως γίνεται συνήθως). Έχουν διαμορφωθεί δύο τμήματα νεολαίας με τάση προς την αντισυμβατική συμπεριφορά, ακόμη και τη βία. Το ένα είναι πιο αριστερό, με ισχυρή την ελευθεριακή διάθεση και το άλλο πιο κοντά στον εθνικισμό… Συγκροτούν ένα δυναμικό “ανάφλεξης” που εμφανίστηκε στα – και ενισχύθηκε από τα – γεγονότα του Δεκέμβρη. [4]
Η ερώτηση βέβαια έρχεται αναπόφευκτα ποιά ήταν/ είναι η θέση της Ελλάδας στο παγκόσμιο σύστημα, ποιά νόμιζαν οι Έλληνες ότι ήταν πριν από την οικονομική κρίση και γιατί το διαδίκτυο συνέβαλλε σε έναν δραστικό επαναπροσδιορισμό του τι σημαίνει να ζεις στην Ελλάδα, να μην ικανοποιείσαι με το πολιτικό σύστημα και να μπορείς να κινητοποιείσαι πολύ πιο γρήγορα στην περίπτωση ενός συγκλονιστικού γεγονότος, όπως η δολοφονία Γρηγορόπουλου από ένα κατά τα άλλα αναποτελεσματικό κράτος, μέσω τεχνολογιών που επιταχύνουν τη δυνατότητα κινητοποίησης σε ρυθμούς ιλιγγιώδεις.
Μπορεί κανείς να επιχειρηματολογήσει πως οι εξεγέρσεις στο Παρίσι το 2005, οι φοιτητές που κινητοποιήθηκαν στην Αγγλία ενάντια στις εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις , και το κάψιμο κι οι εξεγέρσεις στο Λονδίνο το 2011, δείχνουν πως το διαδίκτυο δεν είναι ο πρωταρχικός καταλύτης, αφού οι οργανωτικές του αρετές ήταν γνωστές πολύ πιο πριν με το αντιπολεμικό κίνημα ήδη από το 2002. Όμως ξέρουμε από τις πρώτες αντιδράσεις και κατασταλτικές πολιτικές στην Βρετανία κι αλλού (συλλήψεις δεκαεξάχρονων ‘for inciting violence in social networking sites’) κι αναλύσεις αυτών των γεγονότων ότι τα ψηφιακά μέσα έδρασαν ως καταλύτης στις εξεγέρσεις της τελευταίας δεκαετίας.[5]
Επιπλέον, οι δικτυακοί ιστότοποι ήταν χώροι που παρήγαγαν ασφαλείς τόπους συζήτησης κι οργάνωσης των κινημάτων με αίτημα την ανατροπή των καθεστώτων στη Μέση Ανατολή. Στην παρούσα φάση στην οποία γράφεται αυτό το κείμενο, το κίνημα Occupy Wall Street και τα άλλα αδερφικά του κινήματα ανά την υφήλιο χρησιμοποιούν τα ίδια μέσα και τις ίδιες τεχνικές που χρησιμοποιούν τα τμήματα δημοσίων σχέσεων πολυεθνικών στο διαδίκτυο για να πραγματώσουν επικοινωνιακά ό,τι μέχρι στιγμής είναι διαθετικό κι εκφραστικό οργής κι απογοήτευσης για την αποτυχία του καπιταλιστικού ονείρου, στο οποίο κι είμαστε συνειδητά συνένοχοι όλοι.
Οι παγκόσμιες ιδεολογίες αναπτύσσονται, εξαπλώνονται στους δαιδάλους του κυβερνοχώρου, ξεπετάγονται κι αναμιγνύονται με την πραγματικότητα. Βρίσκουν έκφραση στους δρόμους και στις καταλήψεις από τον άνθρωπο κάθε εθνικότητας και δεν περιορίζονται σε τάξη, φύλο, κράτος και πολιτισμό. Εναντιώνονται σε ιεραρχικές δομές που δυσλειτουργούν, σε καπιταλιστικές μηχανές που δεν παράγουν τίποτα, απλά παρασιτούν στον άνθρωπο, που καταλήγει να ακολουθεί μια ζωή ανούσια, ενώ εκμεταλλεύεται και εξουδετερώνει άλλους πολιτισμούς και περιβάλλοντα διαφορετικότητας φυσικά και μη, ενόσω δεν προσφέρονται για εύκολη αφομοίωση και αύξηση του κεφαλαίου.
Κατακλείδα
Σε αυτό το περιβάλλον, η Ελλάδα στάθηκε αδύνατον να παραμείνει κοιμισμένη –ιδεολογικά και διαθετικά ίσως ποτέ δεν ήταν, ας συμβάλλω κι εγώ στον ρομαντισμό – αλλά το χαστούκι της επαφής με την παγκόσμια πραγματικότητα μέσω διαδικτύου προκάλεσε τις εξεγέρσεις, οι οποίες ήταν και τελικώς πρωτοποριακές κι ενδεικτικές για το τι θα ακολουθούσε σε παγκόσμια κλίμακα. Η εικόνα της Ελλάδας – κι ενώ μια πολύ ωραία ανάλυση θα μπορούσε να γραφτεί για το πώς τα κυρίαρχα παγκόσμια μέσα παρουσίασαν την Ελλάδα από το Δεκέμβρη κι έπειτα και συνέβαλαν στο ευκαιριακό παιχνίδι διάλυσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης – προτίμησα αντ’ αυτού να συγκεντρώσω την προσοχή σας εδώ σε κάποιες λιγότερο συζητημένες συντεταγμένες του Δεκέμβρη και πώς συνδέεται με τις ανταγωνιστικές ιδεολογικές αντιστάσεις, και το ιδεολογικό ρήγμα μιας νέας Ελληνικής αριστεράς που δεν έζησε τον Εμφύλιο, δεν θυμάται την Μεταπολίτευση, και δεν αποκόμισε τίποτα από, ούτε μυθοποίησε, την αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Αυτή η γενιά (χαρακτηριστικά αποκαλούμενη των 700 ευρώ), έζησε την εικόνα μιας πολυτέλειας που δεν μπορεί να αγοράσει, θυμάται να της είπαν ότι μπορεί να καταφέρει τα πάντα στα πλαίσια προσαρμογής στον καπιταλισμό, και τελικώς δυστυχώς αποκόμισε κι το ότι η βία παράγει αποτελέσματα.
Είναι δύσκολο να συστήσει κανείς τρόπους να παρουσιάσει και να χτίσει την εικόνα της χώρας του, εδικά αν αυτή εικόνα εξυπηρετεί μόνο την αποκόμιση χρημάτων στις βιομηχανίες του τουρισμού, του εμπορίου ή ακόμα και του δανεισμού. Στην περίπτωση που οι Νεοέλληνες θελήσουν να ξεπεράσουν την προσκόλλησή τους στο εθνοκεντρικό παραδοσιακό πατρίς, θρησκεία, κι οικογένεια, και σταματήσουν να αναπαράγουν μια κοινωνία όπου δεν χωράει ούτε άλλη εθνότητα, όπως δείχνει η μεταχείριση των μεταναστών, και που η φυλετική, ψυχολογική, ταξική και βιολογική διαφορετικότητα καταστέλλεται, θα εμπνευστούν μια Ελλάδα που ξεπερνάει ακόμα και τους προγόνους της, και στηρίζει το διάλογο για εναλλακτικές μορφές οργάνωσης με κέντρο έναν άνθρωπο που δεν είναι σκλάβος των μηχανισμών του κέρδους. Μια τέτοια Ελλάδα θα έχει εισέλθει στην διαδικασία να δημιουργήσει την εικόνα μιας χώρας που κάθε πολίτης του κόσμου θα επιθυμούσε να ζήσει.
Δρ. Αθηνά Καρατζογιάννη, University of Hull
[*] Κάποιες ιδέες γι’ αυτό το κείμενο προήλθαν από την παρουσίαση στην Αγγλική γλώσσα του The Greek, The Bad and the Ugly: The Global Media and its coverage of the Greek Riots in 2008, Εισήγηση στο Συνέδριο “Εικόνες Κρατών και Μέσα Επικοινωνίας σε ένα Διεθνοποιημένο Περιβάλλον: Δυνατότητες και Προοπτικές για την Ελλάδα”, Θεματική ενότητα: Το Διαδίκτυο ως Εργαλείο Δημόσιας Διπλωματίας κι Εξωτερικής Πολιτικής, Greek Politics Specialist Group, Political Studies Association, Ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών, Αθήνα, 4 και 5 Φεβρουαρίου 2009. Είμαι ευγνώμον για την προσωπική επαφή και συζήτηση, αλλά και την ανταλλαγή υλικού στους Πέτρο Ιωαννίδη (Πολιτικός Αναλυτής, Ελλάδα), Βασίλη Τζεβελέκο (Lecturer in International Law, University of Hull, UK) και Γεράσιμο Μοσχονά (Αναπληρωτής καθηγητής Συγκριτικής Πολιτικής στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου). Αυτό το κείμενο αποτελεί το πρώτο μου ακαδημαϊκό πόνημα στην Ελληνική γλώσσα, οπότε και τα αναπόφευκτα λάθη είναι μόνο δικά μου. Μπορείτε να διαβάσετε περισσότερα για τη δουλειά μου στο Πανεπιστήμιο του Hull, Lecturer in Media, Culture and Society, και να διαβάσετε προδημοσιευμένα κείμενά μου σ’ αυτήν την ιστοσελίδα http://works.bepress.com/athina_karatzogianni/Μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί μου εδώ athina.k@gmail.com.
[1] Ρόρτυ, Ρ. (2000) Η Αριστερή Σκέψη στην Αμερική του 20ού Αιώνα, μτφ. Θάνος Χατζόπουλος. Εκδόσεις Πόλις,
[2] Karatzogianni, A and Robinson, A. (2010) Power, Conflict and Resistance in the Contemporary World: Social Movements, Networks and Hierarchies, London and New York: Routledge. Δείτε και Deleuze, G. and Guattari, F. (1987) A Thousand Plateaus, London: the Athlone Press για την φιλοσοφική βάση στην οποία στηρίχθηκε το βιβλίο αυτό, εντάσσοντας την θεωρία τους στην γνωστή world-systems ανάλυση, ώστε να συμπεριλάβει δικτυακές αντιστάσεις.
[3] Γαβριηλίδης, Α. Οι Καθηγητές του Τίποτα. Η Αντι-εξέγερση ως Πολιτική Επιστήμη, Θέσεις, τεύχος 113, 2010, σσ.15-54.
[4] Email Επικοινωνία με τον Γεράσιμο Μοσχονά, 26 Οκτώβρη 2011.
[5] Karatzogianni, A. (2006) The Politics of Cyberconflict, London and New York: Routledge.
No comments:
Post a Comment